Εἶναι γνωστὸ ὅ,τι στὴν Ἰατρικὴ κατὰ κόρον χρησιμοποιοῦνται περιγραφικοὶ ὅροι ἔχοντες τὸ τροπικὸ ἐπίρρημα «δίκην», ἐπὶ τῷ σκοπῷ νὰ προσδώσουν πλέον παραστατικὴ εἰκόνα στὰ διαγνωστικὰ κριτήρια μιᾶς νόσου ἢ συμπτωμάτων νόσου ἢ εὑρημάτων κλινικῆς ἐξετάσεως. Ἔτσι περιγράφουμε π.χ. δίκην μελισσοκηρήθρας, δίκην ὀφθαλμοῦ βοός, δίκην σταγόνος, δίκην κουδουνίστρας, δίκην πλαταγίζοντος μαστιγίου κ.ἄ. Ὁ ὅρος «δίκην θαμβῆς ὑάλου» ποὺ ἀναφέρεται στὴν βιβλιογραφία ὡς περιγραφὴ ἀκτινολογικῆς εἰκόνος πρώϊμων πνευμονικῶν ἀλοιώσεων σὲ μερικὲς διάμεσες πνευμονοπάθειες, μᾶς ἀπασχόλησε ἐπὶ ἀσθενοῦς μας προσφάτως.
Μεσοῦντος τοῦ παρελθόντος θέρους μᾶς ἐπισκέφθηκε ἀσθενὴς γυναῖκα, 35 ἐτῶν, παραπονούμενη ὅτι ἀπὸ μηνὸς ἐμφανίζει ἀπογευματινὸ πυρέτιο, νυχτερινὲς ἐφιδρώσεις, παρατεταμένο ξηρὸ βῆχα, θωρακικὸ ἄλγος, ἥπια δύσπνοια, ἀνορεξία, καταβολὴ δυνάμεων, ἀπώλεια βάρους. Ὁ χειμῶνας ἦταν δύσκολος διὰ τὴν ἀσθενῆ, διότι ἐνεφάνισε ἀρκετὲς ἰογενεῖς λοιμώξεις τοῦ ἀναπνευστικοῦ συστήματος, οἱ ὁποῖες ὅμως μετὰ λίγες ἡμέρες παρήρχοντο. Ἡ ἀσθενὴς ἐπὶ 10ήμερον πρὶν μᾶς ἐπισκεφθεῖ, ὑπεβλήθη σὲ ἀντιμικροβιακὴ θεραπεία, ὅμως κατὰ τὴν διάρκειά της ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸ πέρας αὐτῆς, τὰ συμπτώματα ἐπέμεναν. Τὴν προηγουμένη εἶχε ὑποβληθεῖ σὲ μικροβιολογικὸ ἔλεγχο, τὰ ἀποτελέσματα τῆς ὁποίας ἔδειξαν ὁριακὴ λευκοκυττάρωση (10500/μL), 65% πολυμορφοπύρηνα, 28% λεμφοκύτταρα, 2,1% ἠωσινόφιλα, ΤΚΕ 6, CRP 3mg/L.
Ἡ ἀκτινολογικὴ ὅμως εἰκόνα (εἰκ. 2) ἦταν ἀρκετὰ ἐνδιαφέρουσα: πολλαπλές περιφερικὲς πνευμονικὲς διηθήσεις, ἄτονες ἢ μόλις ὑποσημαινούμενες, προσομοίαζαν ἀρκετὰ στὸν βιβλιογραφικὸ ὅρο «δίκην θαμβῆς ὑάλου». Ἡ ἐλαφρὰ αὔξηση τῆς ἀκτινολογικῆς πυκνότητος τοῦ πνευμονικοῦ παρεγχύματος στὰ ἐν λόγω διηθήματα ἐπέτρεπε νὰ διατηρεῖται ἡ ἀπεικόνιση τῶν βρογχικῶν καὶ ἀγγειακῶν πρέμνων, γεγονὸς ποὺ σὲ καμμία περίπτωση δὲν ἀφηνε νὰ ἐμφιλοχωρήσει στὴν σκέψη μας ἀκόμη καὶ ἡ παραμικρὰ ἀμφιβολία περὶ ὑπάρξεως πυκνώσεως τοῦ τύπου τῆς κλασσικῆς ἢ συμβατικῆς πνευμονίτιδος, δεδομένου ὅτι στὴν τελευταῖα συσκοτίζεται ἡ ἀπεικόνιση τῶν ἀγγείων, ὄχι ὅμως καὶ τῶν βρόγχων, ἡ ἀπεικόνιση τῶν ὁποίων διατηρεῖται καὶ περιγράφεται μὲ τὸν ὅρο ἀεροβρογχόγραμμα.
Νὰ σημειώσουμε ὅτι τὸν τροπικὸ προσδιορισμὸ «δίκην θαμβῆς ὑάλου» χρησιμοποιεῖ ἡ Ἀκτινολογία στὴν βιβλιογραφία περὶ νόσων τοῦ ἀναπνευστικοῦ συστήματος, γιὰ περιγράψει παραστατικὰ, πῶς ἐμφανίζονται στὴν συμβατικὴ ἀκτινογραφία θώρακος, πρώϊμα, διάχυτα ἢ μή, πνευμονικὰ παρεγχυματικὰ διηθήματα σὲ ὁμάδα παθήσεων, ποὺ ἀναφέρονται μὲ τὸν ὅρο διάμεσες πνευμονοπάθειες. Αὐτὸν τὸν τροπικὸ προσδιορισμὸ ἀξιοποίησε ἀργότερα καὶ ἡ ἀξονικὴ τομογραφία γιὰ νὰ περιγράψει κι ἐκείνη παραστατικὰ τὰ δικά της εὑρήματα γιὰ τὴν ἴδια ὁμάδα πνευμονοπαθειῶν. Μολονότι αὐτὰ τὰ πρώϊμα διηθήματα μὲ τὴν περιγραφὴ «δίκην θαμβῆς ὑάλου» μπορεῖ νὰ ἀποκαλύπτουν διάμεσες ἢ κυψελιδικὲς βλάβες -καίτοι δὲν εἶναι εἰδικὸ διαγνωστικὸ μέσο -, εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό ὅμως, ἄν συσχετισθεῖ μὲ ἄλλα εὑρήματα ἐκ τοῦ ἱστορικοῦ, τῆς κλινικῆς ἐξετάσεως καὶ τῆς αἱματολογικῆς εἰκόνος.
Στὸ συγκεκριμένο περιστατικὸ πέραν τῆς ἀκτινολογικῆς εἰκόνος ποὺ περιγράψαμε ἀνωτέρω, στὴν τελικὴ διάγνωση μᾶς βοήθησε, τὸ ἱστορικὸ τῆς ἀσθενοῦς (ἀρκετὲς πρόσφατες ἰογενεῖς λοιμώξεις, ἡ μὴ σαφὴς διὰ μικροβιολογικὴ λοίμωξη αἱματολογικὴ εἰκόνα – μάλιστα τὰ χαμηλὰ ἠωσινόφιλα μᾶς βοήθησαν νὰ ἀποκλείσουμε τὴν ἠωσινοφιλικὴ πνευμονία, ποὺ ἔχει παρόμοια εἰκόνα δίκην «θαμβῆς ὑάλου» -, ἔστρεψε δὲ τὶς ὑπόνοιές μας γιὰ COP, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἐπισημάναμε στὴν ἀσθενῆ.
Ἡ ἀσθενὴς νοσηλευθεῖσα ἐπὶ 10ήμερο σὲ εἰδικὸ γιὰ πνεμονικὲς νόσους Νοσοκομεῖο, ὑπεβλήθη σὲ VATS βιοψία πνεύμονος καὶ ἡ ἐπακολουθήσασα ἱστολογικὴ ἐξέταση ἔδειξε κρυπτογενῆ ὀργανούμενη πνευμονία (COP).
Ἡ νόσος στὴν διεθνῆ βιβλιογραφία ἀναφέρεται μὲ τὸν ὅρο COP -Kryptogene organisierende Pneumonie ἢ BOOP – ἀποφρακτικὴ βρογχιολῖτις μὲ ὀργανούμενη πνευμονία – Bronchiolitis obliterans mit organisierender Pneumonie.
Πρόκειται περὶ ἰδιοπαθοῦς νόσου, ἐντάσσεται στὴν ὁμάδα τῶν διαμέσων πνευμονιτίδων καὶ χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἀνάπτυξη κοκκιωματώδους ἱστοῦ στὰ τελικὰ βρογχιόλια, στοὺς κυψελιδικοὺς πόρους καὶ κυψελίδες, ὅπου ἀναπτύσσεται προοδευτικὰ χρόνια φλεγμονή.